Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011

ολίγα ...περί κοντραμπάντου


Το κοντραμπάντο ως "ενασχόληση-επάγγελμα" ή κοινωνική διαδικασία ή ως συμπεριφορά βιοπορισμού είναι τόσο παλιό, όσο ίσως και η ίδια η ιστορία.

Μπορεί κανείς, ξεφυλλίζοντας την να σταθεί, σε καταπληκτικές περιγραφές και ιστορίες ηρωϊκών κοντραμπαντιέρηδων. 
Εμάς έρχονται στο νού, ιστορίες των πατεράδων μας για τους δικούς τους πατέρες, ιστορίες που διαδραματίζονταν στα παράλια της Μικρασιατικής ζώνης-Ιωνικής γής, τέλη του 19ου με αρχές του 20 αιώνα. Αργότερα, ψάχνοντας -τύχη αγαθή-ανακαλύψαμε κείμενα, που όχι μόνο περιέγραφαν τα κατορθώματα τους, αλλά βρήκαμε και τα ονόματα τους (ψευδώνυμα βεβαίως) μέσα σ'αυτά.
Χαρακτηριστική η περιγραφή που κάνει στο βιβλίο της

(εκδ.Πελασγός 2001) "Αλάτσατα Μικράς Ασίας-η πατρίς των γονέων μου" η Ευαγγελία Γεωργ. Κουτσοδόντη (απόσπασμα σελ.147 από το βιβλίο)

"Παλληκαριές καί λαθρεμπόριο 

Στ' Άλάτσατα ύπήρχαν πολλοί παλληκαράδες, άφοβοι, γενναίοι, άνδρειωμένοι, πού ύπερνικούσαν τά κάθε είδους εμπόδια κι' έκαναν επιδεικτική τή δύναμή των. 
Άπ' αύτούς διεκρίνοντο οί Μακαρόνηδες, Μαυρομάτηδες καί οί Μποστάνηδες, όνομαστοί παλληκαράδες των Άλατσάτων. 
Όπόταν συνευρίσκοντο ούτοι, πάντοτε συζητούσαν μεταξύ των γιά παλλληκαρισμούς, άνδραγαθήματα καί κατορθώματα έναντίον των Τούρκων, γιά λαθρεμπόρια, πού σ' αύτή είχαν είδικότητα μεγάλην. 
Κάποτε, συνέτρωγον τρείς άπ' αύτούς καί δέν τούς έφθασε μία γίδα πού είχαν ψημένη. Έπειδή δέν έχόρτασαν, γιά νά κορέσουν τήν πείνα των, έφαγαν επί πλέον καί όγδόντα αύγά. Πολλάκις έτρωγαν άκόμη καί τά κόκκαλα, άπό νταηλήκι (παλληκαριά). Κάποτε, διηγούνται, είς έξ αύτών μασούσε ενα κόκκαλο καί ώς ήτο φυσικόν έδυσκολεύετο στήν κατάποσιν. Αύτό φαίνεται έντροπίαζε τήν ικανότητά του έμπρός στούς όμοτράπεζους νταήδες. 'Επηρε τότε ένα μαχαίρι καί προτείνοντάς το πρός τόν λάρυγγά του,είπε «Νά τό πας κάτω, γιατί θά σού δώκω καμιά μαχαιριά", 
Μά καί οί κοντραμπατζηδες (λαθρέμποροι), δρούσαν δυναμικά στ' Άλάτσατα. Ξακουστοί ήσαν οί αδελφοί Γιάννης καί Άδάμης Σβύρνος, ό έπ' άδελφη γαμβρός των Καλέ-Μπουμπας καί ό Δαχτυλάς. Φίλοι στενοί, έπεδίδοντο στό λαθρεμπόριο καί συνηργάζοντο σάν φιλική έταιρία πού ήσαν. Άποβιβάζοντο κρυφίως στή νήσον Σάμον άπ' όπου κι' έφεραν στήν Άνατολήν κατσιρμά (κλεφτώντας) τόν καπνό πού τόν έπώλουν στούς κατοίκους των Άλατσάτων καί άλλαxoύ, γιατί έστοίχιζε φθηνότερα άπό τόν έντόπιον. Άπό τήν Σάμο, μετέφεραν τόν καπνό νύκτα, στό πλησιέστερο βουνό του Τζίρκα, όπου τόν άπέκρυπταν καί μέ προφυλάξεις τόν μετέφεραν άργότερα κατά μικρές ποσότητες στό χωριό, καί τόν διέθεταν πρός πώλησιν. 
Οί Τούρκοι είχαν ανακαλύψει αυτούς καί τούς παρηκολούθουν, πλήν όμως έφοβούντο νά τούς συλλάβουν, διότι οί Kοντραμπατζήδες δέν έδίσταζαν νά χρησιμοποιήσουν τά μαχαίρια των τά όποία έφερον άνά πάσαν στιγμήν. Πολλάκις τίς νυκτερινές ώρες, όταν έβλεπαν οί Τούρκοι αύτούς μέ τά μουλάρια των φορτωμένα τά λαθραία καπνά νά περνούν τά βουνά, έρριπταν κι' έσκότωναν τά ζώα καί κατ' αύτόν τόν τρόπον κατέσχον τό λαθραίον έμπόρευμα πού ήναγκάζοντο νά έγκαταλείψουν οί λαθρέμποροι. 
Άκόμη τακτικά έκαναν έφόδους έρευνώντας τίς οίκίες των, δι' αύτό και ήσαν πάντοτε προετοιμασμένοι νά άπομακρύνουν τά λαθραία μέ άφάνταστους τρόπους οί φοβεροί κοντραμπατζήδες. Παρ' όλα τούτα δέν έδίσταζαν νά συνεχίσουν τό λαθρεμπόριο μέ τόσους κινδύνους, οί άτρόμητοι αύτοί άνδρες. "

(Σημ.γράφοντος):από διηγήσεις του πατέρα μου, ο πατέρας του, Νικόλας "Αραμπής" αποτελούσε στη Σάμο τον ενδιάμεσο κρίκο των αδελφών του Γιάννη  και Αδάμη "Σβύρνου" στο κοντραμπάτο των καπνών-το παρωνύμιο "Σβύρνος" όπως και "Αραμπής" ήταν του επιθέτου Μακαρόνας, που αναφέρεται πιό πάνω)


ΚΡΗΤΗ... ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ